Εκκολπωματική νόσος

Ο πεπτικός ή γαστρεντερικός σωλήνας είναι η ομάδα των οργάνων που ρόλο έχουν την πρόσληψη και επεξεργασία των τροφών, την απορρόφηση των θρεπτικών ουσιών και την αποβολή των άχρηστων προϊόντων της πέψης.

Αποτελείται από :

  • Την στοματική κοιλότητα, όπου γίνεται η πρόσληψη και πρώτη επεξεργασία της τροφής. Κατά τη μάσηση, η τροφή αναμειγνύεται με σάλιο και μορφοποιείται σε βλωμό κατάλληλο προς κατάποση.
  •  Τον οισοφάγο, ο οποίος είναι ένας κοίλος μυϊκός σωλήνας μήκους περίπου 30εκ, που εξυπηρετεί την δίοδο της τροφής στο στομάχι. Ο οισοφάγος, εκτός από τον ρόλο του στην προώθηση της τροφής, παίζει σημαντικό ρόλο και στον αντι-παλινδρομικό μηχανισμό, στην αποτροπή δηλαδή της παλινδρόμησης των γαστρικών υγρών ή/και των τροφών από το στομάχι στον οισοφάγο.
  • Τον στόμαχο, όπου διέρχεται η τροφή μετά τον οισοφάγο, όπου και αποθηκεύεται μέχρι να επεξεργαστεί. Ο στόμαχος διασπά την τροφή μηχανικά και χημικά (με την έκκριση υδροχλωρικού οξέως), ώσπου να γίνει σχεδόν υγρή. Στον στόμαχο πραγματοποιείται η αρχική πέψη των πρωτεϊνών και των υδατανθράκων και η απορρόφηση κάποιων σημαντικών συστατικών.
  • Το λεπτό και παχύ έντερο. Μετά τον στόμαχο η τροφή περνάει από το δωδεκαδάκτυλο και διασπάται περαιτέρω από τα χολικά και παγκρεατικά υγρά και φτάνει στο λεπτό έντερο (κοίλος σωλήνας μήκους περίπου 3 μέτρων), όπου πραγματοποιείται η απορρόφηση των θρεπτικών συστατικών. Ό,τι δεν απορροφάται καταλήγει στο παχύ έντερο (τυφλό/ανιόν/εγκάρσιο/κατιόν/σιγμοειδές κόλον, ορθό), όπου γίνεται η απορρόφηση υγρών (κυρίως του νερού), με αποτέλεσμα τη στερεοποίηση και δημιουργία των κοπράνων, τα οποία συσσωρεύονται στο ορθό και τελικά δια του πρωκτού αποβάλλονται.

Με τον όρο «εκκόλπωμα» περιγράφουμε κάθε σακοειδή προεκβολή (σαν φούσκα), που επικοινωνεί με ένα κοίλο σπλάχνο.

Τα εκκολπώματα του παχέος εντέρου είναι σακοειδείς σχηματισμοί στο τοίχωμα του, που επικοινωνούν με τον αυλό του. Μπορεί να εμφανιστούν σε όλα τα τμήματα του παχέος εντέρου, συχνότερα όμως εμφανίζονται στο σιγμοειδές κόλον, με 2η συχνότερη εντόπιση το ανιόν κόλον.

Η παρουσία εκκολπωμάτων ονομάζεται «εκκολπωμάτωση»  και στις περισσότερες περιπτώσεις είναι ασυμπτωματική.

Όταν εμφανίζονται συμπτώματα ή επιπλοκές τότε μιλάμε για την «εκκολπωματική νόσο». 

Η ακριβής επίπτωση της εκκολπωμάτωσης στον πληθυσμό δεν μπορεί να καθοριστεί, επειδή ακριβώς στους περισσότερους ανθρώπους είναι ασυμπτωματική. Η εκκολπωματική νόσος όμως είναι συχνή, καθώς εμφανίζεται στο 30% των ατόμων ηλικίας  >45ετών και συχνότερα στους άνδρες.

Η εκκολπωματική νόσος κατηγοριοποιείται αδρά σε συμπτωματική μη-επιπλεγμένη και σε συμπτωματική επιπλεγμένη.

Τα συμπτώματα της εκκολπωματικής νόσου είναι μη-ειδικά και περιλαμβάνουν

  • πόνο στο υπογάστριο ή στο αριστερό πλάγιο της κοιλίας
  • διάρροια ή δυσκοιλιότητα
  • δυσουρικά ενοχλήματα

 

Οι επιπλοκές της εκκολπωμάτωσης είναι:

  • Η εκκολπωματίτιδα, που είναι η φλεγμονή των εκκολπωμάτων. Αποτελεί τη συχνότερη επιπλοκή της εκκολπωμάτωσης και εμφανίζεται σε ποσοστό 10-25% των ασθενών με εκκολπωμάτωση. Η φλεγμονή προκύπτει όταν το στόμιο του εκκολπώματος φράξει. Η φλεγμονή αυτή οδηγεί σε μικρορήξη του τοιχώματος του εκκολπώματος, με αποτέλεσμα την επέκταση της φλεγμονώδους διεργασίας στους πέριξ ιστούς, με πιθανή δημιουργία ενδοκοιλιακού ή περικολικού αποστήματος. Σε βαρύτερες μορφές εκδηλώνεται πυώδης ή κοπρανώδης περιτονίτιδα (παρουσία πύου ή κοπράνων στην κοιλιά). Σε αυτήν την περίπτωση απαιτείται επείγουσα αντιμετώπιση.

 

Κλινικά η εκκολπωματίτιδα εκδηλώνεται με:

  • έντονο πόνο στο υπογάστριο ή την αριστερή πλάγια κοιλιακή χώρα
  • πυρετό
  • ανορεξία
  • έμετο
  • διάρροια
  • Τα συρίγγια, που είναι η παθολογική επικοινωνία μεταξύ 2 οργάνων και εν προκειμένω, τα συρίγγια μεταξύ σιγμοειδούς κόλου και ουροδόχου κύστης (κολοκυστικά), του κόλπου στις γυναίκες (κολοκολπικά) και το δέρμα (κολοδερματικά).Εμφανίζονται μετά από επεισόδια εκκολπωματίτιδας.

 

Τα συρίγγια αυτά εκδηλώνονται με παρουσία αέρα ή/και κοπράνων στα ούρα, στον κόλπο ή στο δέρμα, αναλόγως της εντόπισής τους.

  • Ο ειλεός, που είναι η αναστολή αποβολής αερίων και κοπράνων και οφείλεται στην απόφραξη του παχέος εντέρου. Η απόφραξη είναι αποτέλεσμα στένωσης του αυλού του παχέος εντέρου, έπειτα από πολλαπλά επεισόδια εκκολπωματίτιδας ή λόγω συμφύσεων που δημιουργούνται στην περιτοναϊκή κοιλότητα και δύναται να στραγγαλίσουν το λεπτό έντερο ή να το καθηλώσουν στη φλεγμονώδη μάζα.
  • Η αιμορραγία, η οποία προκαλείται κυρίως από τα εκκολπώματα που εντοπίζονται στο δεξιό κόλον.

 

Η διάγνωση της εκκολπωμάτωσης τίθεται με τη κολονοσκόπηση, τον βαριούχο υποκλυσμό και την αξονική τομογραφία κοιλίας.

Η εκκολπωματίτιδα και οι επιπλοκές της διαγιγνώσκονται με την κλινική εξέταση, τις αιματολογικές εξετάσεις (λευκοκυττάρωση, αύξηση των δεικτών της φλεγμονής) και την αξονική τομογραφία κοιλίας.

Θεραπεία:    Η ασυμπτωματική εκκολπωμάτωση δεν απαιτεί θεραπεία, ενώ στην εκκολπωματική νόσο και τις επιπλοκές της, η θεραπεία με νοσηλεία σε νοσοκομείο είναι απαραίτητη και είναι ανάλογη με το είδος και τη βαρύτητα αυτών.

  • Επί ήπιας εκκολπωματίτιδας απαιτείται νοσηλεία με ενδοφλέβια χορήγηση υγρών και αντιβίωσης.
  • Επί παρουσίας εντοπισμένου αποστήματος διενεργείται παροχέτευσή του υπό αξονικό τομογράφο.
  • Επί πυώδους περιτονίτιδας, που αποτελεί δυνητικά θανατηφόρα κατάσταση και απαιτείται άμεση επείγουσα αντιμετώπιση, είναι απαραίτητη η χειρουργική επέμβαση, κατά την οποία πραγματοποιείται έκπλυση και καθαρισμός της περιτοναϊκής κοιλότητας από το ρυπαρό περιεχόμενο. Η έκπλυση μπορεί να διενεργηθεί και με λαπαροσκοπική μέθοδο, αναλόγως της συνολικής κατάστασης του ασθενούς.
  • Επί κοπρανώδους περιτονίτιδας ή ειλεού, που αποτελεί δυνητικά θανατηφόρα κατάσταση και απαιτείται άμεση επείγουσα αντιμετώπιση, είναι απαραίτητη η χειρουργική επέμβαση, κατά την οποία συνήθως απαιτείται η εκτομή του πάσχοντος τμήματος του παχέος εντέρου και η δημιουργία προσωρινής κολοστομίας. Η επέμβαση διενεργείται με ανοικτή μέθοδο. Η αποκατάσταση της συνέχειας του εντέρου σε 2ο χρόνο, εφόσον έχει υποχωρήσει η σηπτική κατάσταση και η περιτοναϊκή φλεγμονή.
  • Επί συριγγίου, απαιτείται η εκτομή αυτού και του πάσχοντος τμήματος του παχέος εντέρου (χειρουργική θεραπεία). Η επέμβαση διενεργείται με ανοικτή μέθοδο.
  • Επί αιμορραγίας, το μόνο που απαιτείται είναι η συντηρητική υποστήριξη του ασθενούς, καθότι αυτή η επιπλοκή είναι, συνήθως, αυτοπεριοριζόμενη.
Lorem ipsum dolor sit amet, consectetur adipiscing elit. Ut elit tellus, luctus nec ullamcorper mattis, pulvinar dapibus leo.
Lorem ipsum dolor sit amet, consectetur adipiscing elit. Ut elit tellus, luctus nec ullamcorper mattis, pulvinar dapibus leo.